Πέμπτη 1 Μαρτίου 2012

Η συμβολή του ΙΓΜΕ στην διαμόρφωση της μεταλλευτικής στρατηγικής της χώρας με βάση την Πρωτοβουλία της Ε.Ε. για τις ΜΕΟΠΥ.

Τα στοιχεία που αναφέρονται παρακάτω αφορούν κύρια στις Μη Ενεργειακές Ορυκτές Πρώτες Ύλες (ΜΕΟΠΥ) και λιγότερο στις Ενεργειακές Ορυκτές Πρώτες Ύλες (ΕΟΠΥ). Σύμφωνα με σχετική έκθεση της ευρωπαϊκής Διεύθυνσης Επιχειρήσεων και Βιομηχανίας (DG Enterprise and Industry) σαν μη ενεργειακές ορυκτές πρώτες ύλες χαρακτηρίζονται τα μεταλλικά, τα βιομηχανικά, τα λατομικά ορυκτά ή αλλιώς δομικά υλικά (διακοσμητικά πετρώματα, δομικοί λίθοι, αδρανή υλικά), καθώς και τα «εν γένει» απορρίμματα/παραπροϊόντα που προέρχονται από την εξόρυξη και επεξεργασία συγκεκριμένων ΜΕΟΠΥ, αποτελούν δευτερογενείς κοιτασματολογικές πηγές και υπάγονται επίσης στην Πρωτοβουλία για τις Πρώτες Ύλες (Raw Material Initiative).
Η νέα αυτή πρωτοβουλία επαναφέρει στο επίκεντρο του αναπτυξιακού ενδιαφέροντος την αξιοποίηση των ΜΕΟΠΥ. Στο πλαίσιο αυτό συστήθηκαν ομάδες εργασίας για την ανάδειξη βέλτιστων πρακτικών τόσο σε θέματα χρήσεων γης, όσο και μεταλλευτικής νομοθεσίας και γεωλογικής γνώσης αλλά και για την επιλογή ορυκτών που θεωρούνται κρίσιμα για την Ευρώπη.
Στα βασικά συμπεράσματα περιλαμβάνονται:
• η ανάγκη για την ανάδειξη ευρωπαϊκής πολιτικής και στρατηγικής για τις Ορυκτές Πρώτες Ύλες (ΟΠΥ) που θα διασφαλίζει την επαρκή διάθεση ορυκτών τόσο από εισαγωγές αλλά κυρίως από ενδογενείς πηγές
• η ανάγκη για την καθιέρωση συγκεκριμένων εθνικών, περιφερειακών και τοπικών πολιτικών που θα διασφαλίζουν την πρόσβαση σε γεωλογικά αποθέματα ΟΠΥ με κοιτασματολογικό ενδιαφέρον
• η ανάγκη προώθησης πολιτικών χρήσεων γης που λαμβάνουν υπόψη τους τις περιοχές κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος
• η ανάγκη υιοθέτησης βέλτιστων πρακτικών στις χρονικές και γραφειοκρατικές διαδικασίες αδειοδότησης κυρίως στις περιπτώσεις που αφορούν σημαντικές επενδυτικές δραστηριότητες
• η επιλογή 14 κρίσιμων ΟΠΥ για την Ευρώπη μεταξύ των 41 που αρχικά αξιολογήθηκαν. Οι 14 ορυκτές πρώτες ύλες που χαρακτηρίστηκαν από σχετική ομάδα μελέτης της ΕΕ ως κρίσιμες, είναι: (Sb (Αντιμόνιο), Be (Βηρύλλιο), Co (Κοβάλτιο), Ga (Γάλλιο), Ge (Γερμάνιο)Ίνδιο), Mg (Μαγνήσιο), Nb (Νιόβιο), PGE (Πλατινοειδή μέταλλα), REE (Sb (Αντιμόνιο), Be (Βηρύλλιο), Co (Κοβάλτιο), Ga (Γάλλιο), Ge (Γερμάνιο), In (Σπάνιες γαίες), Ta (Ταντάλιο), Sn (Κασσίτερος), φθορίτης, γραφίτης.
Η συμμετοχή του ΙΓΜΕ στα Ευρωπαϊκά προγράμματα
Το ΙΓΜΕ συμμετέχει στα Ευρωπαϊκά προγράμματα:
α) PROMINE Nano-particle products from new mineral resources in Europe. Σκοπός του είναι να περιορίσει το αρνητικό ισοζύγιο της Ε.Ε. στην εμπορική διακίνηση μεταλλικών πρώτων υλών σε συνδυασμό με την τεχνολογική και παραγωγική ανάπτυξη, αλλά και την βιομηχανική διάθεση 5 νέων προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας. Παράλληλα με την εφαρμογή καινοτόμων μεθόδων κοιτασματολογικής έρευνας και εκμετάλλευσης, καθώς και επαναξιοποίησης των αποβλήτων έχει στόχο να αυξήσει το διαθέσιμο μεταλλευτικό δυναμικό της Ευρώπης, να ενισχύσει την προ-ανταγωνιστική της ετοιμότητα και να ελαχιστοποιήσει τις επιπτώσεις στο περιβάλλον.
Το ΙΓΜΕ συμμετέχει ενεργά, με το σύνολο των ερευνητικών και αναπτυξιακών δραστηριοτήτων να επικεντρώνονται σε μεταλλευτικά κέντρα με δυναμική παραγωγική παρουσία και ενδιαφέρον. Συγκεκριμένα οι νέες προτεινόμενες μέθοδοι κοιτασματολογικής έρευνας για τον εντοπισμό πολυμεταλλικών συγκεντρώσεων και μεταλλοφοριών πορφυρικού χαλκού-χρυσού σε μεγάλο βάθος θα εκτελεστούν ευρύτερα σε περιοχές της ΒΑ Χαλκιδικής αλλά και σε μεταλλοφόρες περιοχές επιθερμικού χρυσού στην Θράκη. Στο πλαίσιο της τρέχουσας μεταλλευτικής δραστηριότητας στην περιοχή Στρατωνίου-Στρατονίκης θα αναπτυχθούν και θα εφαρμοσθούν καινοτόμες τεχνολογίες περιβαλλοντικής διαχείρισης των αποβλήτων σε μια προοπτική αξιοποίησης τους για την παραγωγή «νάνο-πυριτικών» προϊόντων.
β) SARMa - Sustainable Aggregates Resource Management - Βιώσιμη Διαχείριση και Βέλτιστες Πρακτικές Εκμετάλλευσης Αδρανών Υλικών.
Το ΙΓΜΕ ήταν υπεύθυνο για τις ερευνητικές εργασίες που αφορούν στον καθορισμό βέλτιστων πρακτικών εκμετάλλευσης και κοιτασματολογικής βιωσιμότητας των αδρανών υλικών, στον περιορισμό των παράνομων εξορυκτικών δραστηριοτήτων και εμπορικής αξιοποίησης των λατομικών και άλλων απορριμμάτων. Επίσης παρείχε επιστημονικά δεδομένα για τα ελληνικά λατομεία αδρανών υλικών, σε συγκεκριμένο αριθμό των οποίων πραγματοποιήθηκε πιλοτική εφαρμογή της μεθοδολογίας SARMa. Την περίοδο αυτή ολοκληρώνονται οι εκθέσεις του έργου, ενώ ήδη υπάρχει διαθέσιμο ο Οδηγός/Εγχειρίδιο Βέλτιστων Πρακτικών Εκμετάλλευσης Αδρανών Υλικών που συνέταξε το ΙΓΜΕ.

Ο ορυκτός πλούτος της Ελλάδας και ο ρόλος του ΙΓΜΕ

Η Ελλάδα κατέχει σημαντική θέση στην παγκόσμια και Ευρωπαϊκή αγορά όσον αφορά συγκεκριμένες Ο.Π.Υ., όπου στις πρώτες θέσεις μαζί με τα αδρανή υλικά και τα μάρμαρα βρίσκονται οι βωξίτες, τα σιδηρονικελιούχα, οι ποζολάνες, ο μπεντονίτης, ο περλίτης, ο γύψος και η κίσσηρις.
Το ΙΓΜΕ είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την έρευνα των ΜΕΟΠΥ τόσο στον τομέα της βασικής όσο και της κοιτασματολογικής – μεταλλευτικής έρευνας. Τα διαθέσιμα δεδομένα για τις περισσότερες ΜΕΟΠΥ τεκμηριώνουν σε μεγάλο βαθμό το έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον για την περαιτέρω πλουτοπαραγωγική τους αξιοποίηση.
Σχετικά με τα μεταλλικά ορυκτά οι μεταλλογενετικές περιοχές όπως και τα οικονομοτεχνικά μεγέθη των κυριότερων μεταλλικών ορυκτών της χώρας αποτελούν τις «εν δυνάμει» πρώτες ύλες εξορυκτικής, μεταλλευτικής και μεταλλουργικής δραστηριότητας. Τα μεταλλικά ορυκτά συνδέονται με συγκεκριμένους κοιτασματολογικούς τύπους, γεγονός που διαμορφώνει σε μεγάλο βαθμό τις οικονομικές τους προοπτικές.
Ως στρατηγικές επιλογές αξιοποίησης μεταλλικών ορυκτών θεωρούνται οι ακόλουθες:
1. Τα αποθέματα των 160 εκατ. τόνων σιδηρονικελιούχων μεταλλευμάτων, με μέση περιεκτικότητα 0,87 % Ni, χαρακτηρίζονται «εν δυνάμει» αξιοποιήσιμα κοιτάσματα στην βάση εφαρμογής καινοτόμων υδρομεταλλουργικών μεθόδων.
2. Η υλοποίηση διαχρονικής ερευνητικής δραστηριότητας για τον εντοπισμό νέων κοιτασμάτων βωξίτη αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την διασφάλιση βιώσιμου αποθεματικού δυναμικού και παραγωγικής σταθερότητας.
3. Η αύξηση των αποθεμάτων και η παραγωγή νέων υψηλής τεχνολογίας και προστιθέμενης αξίας προϊόντων διασφαλίζει την λειτουργική βιωσιμότητα της τρέχουσας εξορυκτικής δραστηριότητας και διατηρεί την ανταγωνιστική θέση της χώρας στην αγορά λευκολίθου.
4. Η κοιτασματολογική βιωσιμότητα, η οικονομοτεχνική αναβάθμιση και η παραγωγική εκμετάλλευση μικτών θειούχων βασικών μετάλλων (Pb, Zn, Cu, Ag) είναι θέμα και αντικείμενο προτεραιότητας, και στρατηγικής σημασίας για την χώρα.
5. Ο χρυσός αποτελεί στρατηγικής σημασίας ΟΠΥ για την βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας και παραμένει στις προτεραιότητες κοιτασματολογικής έρευνας του ΙΓΜΕ στα επόμενα χρόνια.
6. Ορισμένες κρίσιμες ΟΠΥ, όπως είναι το αντιμόνιο, οι σπάνιες γαίες και τα πλατινοειδή απαντώνται στην χώρα μας και μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο κοιτασματολογικής έρευνας και οικονομικού ενδιαφέροντος, συμπεριλαμβανομένων και των δευτερογενών πηγών, με δεδομένη την προστιθέμενη αναπτυξιακή τους αξία. Πρόσφατα εγκρίθηκε το Ευρωπαϊκό έργο EURARE, με συμμετοχή του Ε.Μ.Π. και του ΙΓΜΕ, με στόχο την παραγωγική αξιοποίηση των κοιτασμάτων σπανίων γαιών της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας.
Σχετικά με τα Βιομηχανικά ορυκτά, στις Εσωτερικές Ελληνίδες έχουν εντοπιστεί σημαντικές εμφανίσεις/κοιτάσματα ολιβίνη, αστρίων, χαλαζία, βολλαστονίτη, γρανατών, κυανίτη, γραφίτη, τάλκη, βερμικουλίτη, μαγνησίτη, ποζολάνης, κίσσηρης, περλίτη, ζεολίθων, μπεντονίτη, καολίνη κλπ.
Το ΙΓΜΕ έχει διαχρονικά πραγματοποιήσει εκτεταμένες ερευνητικές δραστηριότητες και εκπονήσει σχετικές μελέτες εφαρμογής σε θέματα οικονομοτεχνικής προσέγγισης, ανάπτυξης καινοτόμων τεχνολογιών και νέων βιομηχανικών χρήσεων για συγκεκριμένα βιομηχανικά ορυκτά.
Σε κάθε περίπτωση οι προγραμματικές πρωτοβουλίες του ΙΓΜΕ στο πλαίσιο ευρωπαϊκών έργων αλλά και των πρόσφατων έργων του Γ’ Κ.Π.Σ. έχουν αναδείξει νέα αποθεματικά δεδομένα, δυνατότητες αξιοποίησης σε προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας και γενικά νέες προοπτικές βιώσιμης εκμετάλλευσης και διαχείρισης.
Η παραγωγή υλικών υψηλής προστιθέμενης αξίας (νανοσύνθετων υλικών) από μπεντονιτικές αργίλους με/ή χωρίς προσθήκη ζεολίθων, δημιουργεί ευνοϊκές οικονομικές προϋποθέσεις για καινοτόμες επενδυτικές πρωτοβουλίες σε νέες τεχνολογικές εφαρμογές προστασίας του περιβάλλοντος με ετήσιο αναπτυξιακό ρυθμό από 10-20%.
Όσον αφορά τα μάρμαρα και τους δομικούς λίθους αξίζει να σημειωθεί ότι αποτελούν έναν από τους λίγους τομείς της οικονομίας της χώρας που μπορεί να ανταγωνισθεί τις διεθνείς αγορές.
Με βάση την καταγραφή του ΙΓΜΕ, στον Άτλαντα Αδρανών Υλικών περιλαμβάνονται 190 ενεργά λατομεία. Το μεγαλύτερο ποσοστό των αδρανών πετρωμάτων είναι ασβεστολιθικής σύστασης και χρησιμοποιείται για σκυρόδεμα, όπου η συμμετοχή τους ανέρχεται σε ποσοστό έως και 80% της μάζας του.
Όσον αφορά στα απορρίμματα από τη μεταλλευτική και λατομική δραστηριότητα, τα οποία συνιστούν στην πραγματικότητα «ανθρωπογενή κοιτάσματα», υπάρχει σαφές πεδίο αξιοποίησης των στερεών απορριμμάτων σε δύο τουλάχιστον σημαντικές και αναπτυσσόμενες αγορές: α) την παραγωγή κονιοποιημένων προϊόντων για χρήση στην αγορά των πληρωτικών, και β) την παραγωγή έτοιμων κονιαμάτων.
Σημειώνεται ότι τα παραπάνω προϊόντα έχουν μεγάλη προστιθέμενη αξία. Παράλληλα είναι δυνατή η χρήση και εφαρμογή, κατά περίπτωση, των στείρων από την εξόρυξη των μαρμάρων για την παραγωγή αδρανών για σκυρόδεμα. Το ΙΓΜΕ, στο πλαίσιο του Γ΄ΚΠΣ εντόπισε περιοχές που παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ανάπτυξη νέων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων σχετικών με τις παραπάνω προαναφερθείσες κύριες εφαρμογές (προϊόντα με υψηλή προστιθέμενη αξία, έτοιμα κονιάματα, αδρανή).
Η οικονομοτεχνική προσέγγιση διακοσμητικών πετρωμάτων σε περιοχές με σχετικά ήπια – υποτονική εξορυκτική δραστηριότητα θα δώσει στους χρήστες πιθανά κίνητρα για νέες επενδύσεις, συμβάλλοντας με τον τρόπο αυτό στην βιώσιμη ανάπτυξη μέσα από την απασχόληση και τις εξαγωγές μαρμάρων και γρανιτών. Η προώθηση σχεδίων οργανωμένης διαχείρισης και επεξεργασίας παραπροϊόντων σε περιοχές εντατικής εκμετάλλευσης μαρμάρων, δημιουργεί προοπτικές ανάπτυξης νέων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων για την αξιοποίηση δευτερογενών κοιτασματολογικών πηγών ΜΕΟΠΥ και την παραγωγή προϊόντων με προστιθέμενη αξία.
Άλλοι τομείς όπου η συμμετοχή του ΙΓΜΕ διαδραματίζει σημαντικό ρόλο είναι:
• Η οικονομοτεχνική επαναξιολόγηση και διερεύνηση παραγωγικής αξιοποίησης των περίπου 120 δημόσιων μεταλλευτικών χώρων, που αποτελούν δημόσια περιουσία, με ολοκλήρωση της κοιτασματολογικής έρευνας όπου χρειάζεται ή/και δημοπράτηση με στόχο τις επενδύσεις. Το έργο της αρμόδιας Επιτροπής ΥΠΕΚΑ-ΙΓΜΕ έχει ήδη οδηγήσει σε διεθνή δημόσιο ανοικτό διαγωνισμό για την εκμίσθωση των δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης χαλκού και χρυσού στο ΔΜΧ Βάθης-Γερακαριού.
• Στο χωροταξικό σχεδιασμό ο οποίος θα πρέπει να έχει γνώμονα την προστασία των κοιτασμάτων από την στέρηση της δυνατότητας αξιοποίησης τους σε μακροχρόνια βάση με ένα χωροταξικό πλαίσιο στο οποίο να καθορίζονται επακριβώς οι περιοχές μεταλλευτικού ενδιαφέροντος σε εθνικό επίπεδο, να είναι συμβατά με αυτό όλα τα χωροταξικά – αναπτυξιακά πλαίσια των περιφερειών και των δήμων, και να προβλέπεται η διαδικασία αλλαγής χρήσεων γης για την αξιοποίηση εντοπισμένων εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων πρώτων υλών.

Νέοι Αναπτυξιακοί Στόχοι

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε από τα Εθνικά Γεωλογικά Ινστιτούτα, όπως το ΙΓΜΕ, να δραστηριοποιηθούν πιο ενεργά σε θέματα χωροταξικών σχεδίων και βιώσιμων χρήσεων γης στα κράτη μέλη. Στο πλαίσιο αυτό η Επιτροπή συμπεριέλαβε και πρότεινε, σε σχετική έκθεση των Βέλτιστων Πρακτικών, δύο κατευθυντήριες γραμμές που αφορούν (α) στην δημιουργία ολοκληρωμένης και επικαιροποιημένης γεωχωρικής βάσης κοιτασματολογικών δεδομένων των ΟΠΥ της Ευρώπης, και (β) στην λειτουργική δικτύωση των ευρωπαϊκών γεωλογικών ινστιτούτων.
Στόχος του ΙΓΜΕ είναι, σε συνεργασία με άλλους ελληνικούς και ευρωπαϊκούς φορείς, να υιοθετήσει τις νέες θεσμικές και τεχνολογικές εξελίξεις για την βελτίωση της γεωεπιστημονικής γνώσης σχετικά με τον ορυκτό πλούτο της χώρας και να αυξήσει το υφιστάμενο δυναμικό σε ΟΠΥ.
Βασικά εργαλεία στην κατεύθυνση αυτή είναι η εντατικοποίηση της κοιτασματολογικής έρευνας και η δημιουργία κατάλληλων οικονομοτεχνικών συνθηκών και προϋποθέσεων για την αξιοποίηση των ελληνικών ΟΠΥ και την προσέλκυση παραγωγικών επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένης της εξόρυξης και υποθαλάσσιων μεταλλευμάτων. Η κοιτασματολογική βάση του ProMine και η στατιστική προσέγγιση που θα υλοποιηθεί στο πλαίσιο του ΕΣΠΑ θα αποτελέσουν βασικά σημεία αναφοράς και θα συμβάλλουν καθοριστικά στην πληρέστερη πληροφόρηση και ενημέρωση.
Στα πλαίσια του ΕΠΑΕ/ ΕΣΠΑ το ΙΓΜΕ προτίθεται να δημιουργήσει και να εγκαταστήσει στατιστικές βάσεις πληροφορικών δεδομένων σχετικά με τις ευρωπαϊκές και παγκόσμιες ανάγκες ΟΠΥ σε σχέση με τις διακυμάνσεις στις αγορές των πρώτων υλών, αλλά και σχετικά στοιχεία εισαγωγών και εξαγωγών της χώρας. Μία έξυπνη και λειτουργική βάση που θα στηρίζεται και θα περιλαμβάνει (α) ακριβή στατιστικά δεδομένα για την παγκόσμια παραγωγή ΟΠΥ, καθώς και μεγέθη εμπορικών εξαγωγών και εισαγωγών, και (β) αναλύσεις και έρευνες αγοράς σχετικά με τις ανάγκες, την ζήτηση, τις τρέχουσες τεχνολογικές εξελίξεις, την γεωγραφική συγκέντρωση του κεφαλαίου και τις γεωπολιτικές συνθήκες. Τα στοιχεία αυτά θα μπορούν να δημοσιεύονται σε ετήσια βάση σε εθνικό επίπεδο συναξιολογούμενα με τα αντίστοιχα δεδομένα της EuroStat για την άντληση πορισμάτων και έγκαιρων προβλέψεων σχετικά με επικείμενες παραγωγικές ευκαιρίες, αλλά και επερχόμενους κινδύνους και απειλές.
Η προβλεπόμενη, στο εγκεκριμένο έργο ΕΠΑΕ/ΕΣΠΑ του ΙΓΜΕ, δημιουργία διαλειτουργικής βάσης στατιστικών και κοιτασματολογικών δεδομένων, συμβατής και εναρμονισμένης με την με την οδηγία INSPIRE, θα δώσει την δυνατότητα παροχής διαχρονικών οικονομικών και διαχειριστικών αναλύσεων, καθώς και ερευνών αγοράς των ελληνικών ΜΕΟΠΥ σε σχέση με τις αντίστοιχες εξελίξεις σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο. Η προσέγγιση συστηματικότερης αποτίμησης, που συγκεκριμενοποιεί τις προϋποθέσεις και τους όρους εκμετάλλευσης αλλά και γενικότερης διαχείρισης των ΜΕΟΠΥ, θα συμβάλλει στην βραχυ – και μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη της Περιφέρειας και των τοπικών κοινωνιών. Η ανάδειξη και επιλογή των αποκαλούμενων «κρίσιμων» ΜΕΟΠΥ, σε σχέση με το ευρωπαϊκό και παγκόσμιο οικονομικό ενδιαφέρον, θα οδηγήσει στην διαμόρφωση μακροπρόθεσμης στρατηγικής για την ελληνική μεταλλευτική βιομηχανία.
Στον προγραμματικό σχεδιασμό του ΙΓΜΕ έχουν συμπεριληφθεί 12 αναπτυξιακές παρεμβάσεις. Στην αιχμή του δόρατος βρίσκονται ο εντοπισμός 40 και 20 τόνων χρυσού σε κοιτασματολογικές περιοχές του Κιλκίς και των Σερρών. Επίσης συγκαταλέγονται έργα που αφορούν στην παραγωγή ειδικών νανο-σύνθετων υλικών με εφαρμογές στην περιβαλλοντική τεχνολογία και παρεμβάσεις κοιτασματολογικής αξιολόγησης «κρίσιμων» ορυκτών που εντοπίζονται στην χώρα.

Νέες επενδυτικές δυνατότητες στην Β. Ελλάδα

Το μεταλλογενετικό περιβάλλον στην Β. Ελλάδα είναι ιδιαίτερα ευνοϊκό για τον σχηματισμό εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων. Η μεταλλευτική αξία των βεβαιωμένων αποθεμάτων νικελίου, ψευδαργύρου, μολύβδου, χαλκού, χρυσού και αργύρου στην Μακεδονία και Θράκη, με βάση την ενεργό μεταλλευτική παραγωγή, τις επενδύσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη και τις τρέχουσες τιμές των μετάλλων, ανέρχεται περίπου σε 28 δισ. ευρώ. Ένα πολύ μικρό μέρος της αξίας αυτής αξιοποιείται σήμερα παραγωγικά. Τα δυναμικά αποθέματα που φιλοξενούντα στις υπάρχουσες μεταλλευτικές αλλά και σε νέες περιοχές κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος είναι σε θέση να πολλαπλασιάσουν το προαναφερόμενο οικονομικό μέγεθος. Είναι άλλωστε διαπιστωμένο ότι η ακαθάριστη αξία του μεταλλικού περιεχομένου στο σύνολο των μετρημένων αποθεμάτων ανέρχεται περίπου σε 80 δισ. ευρώ, γεγονός που καθιστά την Ελλάδα και ειδικότερα την Β. Ελλάδα μία από τις πλουσιότερες κοιτασματολογικές περιφέρειες της Ευρώπης ικανή να αποτελέσει σταθερή πλουτοπαραγωγική πηγή ΜΕΜΟ (Μη Ενεργειακά Μεταλλικά Ορυκτά) και να συμβάλλει στην βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας. Το βεβαιωμένο αποθεματικά δυναμικό 420 περίπου τόνων χρυσού στην Μακεδονία και Θράκη αποτελεί κυρίαρχο οικονομικό στόχο. Στην κατεύθυνση αυτή η παραγωγική αξιοποίηση τριών κοιτασματολογικών περιοχών χρυσού, αργύρου, χαλκού και άλλων βασικών μετάλλων αποτελούν τις σημαντικότερες μεταλλευτικές επενδύσεις που εξελίσσονται σήμερα στην Ελλάδα.
Συγκεκριμένα, στην ΒΑ Χαλκιδική προβλέπεται η εκμετάλλευση των 240 τόνων χρυσού αλλά και σημαντικών βεβαιωμένων αποθεμάτων αργύρου, χαλκού, μολύβδου και ψευδαργύρου από τα κοιτάσματα Ολυμπιάδας, Στρατωνίου/ Στρατονίκης και Σκουριών. Η εξελισσόμενη επένδυση ανέρχεται σε 2,8 δις. ευρώ και σχεδιάζει να δημιουργήσει 1.500 άμεσες και 6.000 έμμεσες θέσεις απασχόλησης. Με την πλέον των 20 δισ. ευρώ τρέχουσα ακαθάριστη μεταλλευτική αξία η ΒΑ Χαλκιδική αποτελεί πραγματικά μία βιώσιμη και δυναμική «πλουτοπαραγωγική δεξαμενή» μετάλλων, ικανή να αυξήσει ακόμη περισσότερο τα σημερινά γνωστά της αποθέματα.
Με βάση τις τρέχουσες εξελίξεις αλλά και τα αποτελέσματα των κοιτασματολογικών προγραμμάτων που υλοποίησε το ΙΓΜΕ στο Γ’ Κ.Π.Σ. και στο παρελθόν για 50 και πλέον χρόνια, προκύπτουν συγκεκριμένες προτάσεις έργων που στοχεύουν στην βέλτιστη αξιοποίηση και την βιώσιμη εκμετάλλευση επιλεγμένων ΜΕΟΠΥ της χώρας, για τις οποίες υπάρχουν συγκριτικά πλεονεκτήματα και δυνατότητες για την εθνική οικονομία και την περιφερειακή ανάπτυξη. Εντάσσονται κοιτασματολογικοί στόχοι που βρίσκονται στο επίκεντρο του μεταλλευτικού και λατομικού ενδιαφέροντος και χρήζουν συστηματικότερης παραγωγικής προσέγγισης, με όρους ορθολογικής εκμετάλλευσης, για να στηρίξουν την βιώσιμη λειτουργία της ελληνικής εξορυκτικής βιομηχανίας και να δημιουργήσουν προϋποθέσεις νέων επενδύσεων.
Στον σχετικό προγραμματικό σχεδιασμό του Ινστιτούτου έχουν συμπεριληφθεί 12 αναπτυξιακές παρεμβάσεις. Τα αποτελέσματα αναμένεται να προσθέσουν σημαντικά και σε πολλές περιπτώσεις μετρήσιμα μεγέθη οικονομικής και κοινωνικής αξίας, σε σχέση πάντοτε με το υφιστάμενο πλουτοπαραγωγικό δυναμικό των ΜΕΟΠΥ της χώρας, αλλά πάντως σε κάθε περίπτωση θα αυξήσουν σημαντικά τη γνωσιακή βάση για τα δυναμικά αποθέματα και τις προοπτικές αξιοποίησης των ελληνικών ΜΕΟΠΥ.
Όπως προαναφέρθηκε η ακαθάριστη αξία των βεβαιωμένων μεταλλευμάτων ψευδαργύρου, μολύβδου, χαλκού, χρυσού και αργύρου στην Ελλάδα, με βάση τις τρέχουσες τιμές των μετάλλων, ανέρχεται περίπου σε 28 δισ. ευρώ, ενώ τα δυναμικά αποθέματα που φιλοξενούντα στις υπάρχουσες μεταλλευτικές αλλά και σε νέες περιοχές κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος είναι σε θέση να πολλαπλασιάσουν το προαναφερόμενο οικονομικό μέγεθος. Τα συγκεκριμένα αποθέματα εντοπίζονται κυρίως σε κοιτάσματα της ΒΑ Χαλκιδικής (Ολυμπιάδα, Στρατώνι, Σκουριές) και Θράκης (Πέραμα, Σάππες), επενδυτικά σχέδια για την παραγωγική αξιοποίηση των οποίων βρίσκονται σε εξέλιξη. Η προαναφερόμενη μεταλλευτική αξία μπορεί να αυξηθεί θεαματικά με βάση το νέο κοιτασματολογικό δυναμικό (συμπεριλαμβανομένης της δυναμικής παρουσίας σπανίων ή άλλων «κρίσιμων» μετάλλων) των περίπου 15-20% πρόσθετων αποθεμάτων, που αναμένεται να προκύψει στο πλαίσιο εκτέλεσης του ήδη εγκεκριμένου ερευνητικού έργου του ΙΓΜΕ. Εκτιμάται ότι η ανάδειξη δύο τουλάχιστον επενδυτικών ευκαιριών παραγωγικής αξιοποίησης κοιτασμάτων βασικών και πολύτιμων μετάλλων θα δημιουργήσει περισσότερες από 500 νέες θέσεις εργασίας άμεσης απασχόλησης. Βέβαια η αναπτυξιακή δυναμική και προστιθέμενη αξία των όποιων επενδυτικών εξελίξεων προκύψουν συνδέεται απόλυτα με την άμεση παραγωγική εκμετάλλευση των πλούσιων κοιτασμάτων στην Χαλκιδική και την Θράκη.
Η πραγματοποίηση των σημαντικών επενδυτικών σχεδίων στις συγκεκριμένες περιοχές αναδεικνύεται σε ρυθμιστικό παράγοντα για την κοιτασματολογική αξιολόγηση και τις προοπτικές οικονομικής αξιοποίησης νέων μεταλλευμάτων βασικών και πολύτιμων μετάλλων της χώρας.
Με βάση τα αποθέματα και το μεταλλικό περιεχόμενο σε χρυσό, άργυρο, χαλκό, μόλυβδο και ψευδάργυρο η Β. Ελλάδα είναι από τις πλουσιότερες κοιτασματολογικές περιφέρειες της Ευρώπης και μπορεί να αποτελέσει σταθερή μεταλλευτική πηγή για την βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας. Επιπλέον ο ελληνικός ορυκτός πλούτος είναι σε θέση να συμβάλλει καθοριστικά στην κατεύθυνση εντατικότερης και αποτελεσματικότερης εκμετάλλευσης ενδοευρωπαϊκών πηγών ΜΕΟΠΥ.

Συμπεράσματα

Η ελληνική εξορυκτική δραστηριότητα αποτελεί σημαντικό οικονομικό παράγοντα για τη χώρα, με διαχρονική συμμετοχή στην αναπτυξιακή διαδικασία καθώς επίσης και δομικό στοιχείο απαραίτητο για την ανταγωνιστικότητα και την ανάπτυξη πολλών άλλων κλάδων της εθνικής οικονομίας, προμηθεύοντας πρώτες ύλες για τις ανάγκες τόσο της ελληνικής βιομηχανίας όσο και της καθημερινής ζωής. Η κοιτασματολογική βιωσιμότητα εκμεταλλεύσιμων εμφανίσεων προσοδοφόρων ορυκτών διασφαλίζει τη διαθεσιμότητα πρώτων υλών για την εγχώρια και τη διεθνή αγορά, ενισχύει την ανταγωνιστικότητά της χώρας για να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις και διευρύνει παραπέρα τις αναπτυξιακές της δυνατότητες και προοπτικές. Στην κατεύθυνση αυτή, συμβάλλουν καθοριστικά η ολοκληρωμένη γεωλογική γνώση, οι καινοτόμες τεχνολογίες κοιτασματολογικής έρευνας και το υψηλό επίπεδο επαγγελματικής εκπαίδευσης
Είναι πλέον απαραίτητο να προσδιορισθούν οι στρατηγικές επιλογές για το μέλλον, να οριοθετηθεί και να χαραχθεί ο «οδικός χάρτης» βέλτιστης αξιοποίησης και βιώσιμης εκμετάλλευσης συγκεκριμένων ΟΠΥ, με χαρακτηριστικά εθνικού ή/και περιφερειακού συγκριτικού πλεονεκτήματος και υπεροχής για την Ελλάδα, και να διασφαλιστεί η διατήρηση των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων μακροπρόθεσμα. Στις όποιες οικονόμο-τεχνικές εκτιμήσεις, στρατηγικό σχεδιασμό και επενδυτική σκοπιμότητα θα πρέπει να συνυπολογισθούν και οι ανεπιθύμητοι παράγοντες, που επηρεάζουν αρνητικά τη μεταλλευτική δραστηριότητα και έρευνα της χώρας, αλλά και τα συγκριτικά πλεονεκτήματα και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που διαθέτει η Ελλάδα σε σχέση με άλλες χώρες.
Είναι βέβαιο πως η καθυστέρηση στην αξιοποίηση βιώσιμων πλουτοπαραγωγικών πηγών, όπως είναι τα ορυκτά αφαιρούν την δυνατότητα της χώρας να αλλάξει ριζικά τα σημερινά αναπτυξιακά της δεδομένα εκμεταλλευόμενη τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα.